Κυρίες και κύριοι καλημέρα σας.
Θέλω να σας ευχαριστήσω που είσαστε εδώ σήμερα και κυρίως να ευχαριστήσω τον όμιλο μνήμης Αττικός Τύμβος και την κ. Παπαναστασίου που μου έκανε αυτή την τιμή. Τιμή αλλά συγχρόνως και τεράστια ευθύνη.
Τα λόγια δείχνουν τόσο φτωχά σε τέτοιους χώρους. Αναμφίβολα το χρέος δεν εξοφλείται με λόγια όπως θα λεγε και ο Περικλής αλλά με έργα αντάξια της θυσίας τους. Αυτά τα παιδιά όλων των ηλικίων και τα λέω παιδιά γιατί είχαν καθαρές ψυχές δεν είχαν φανταστεί ότι θα γίνονταν ήρωες. Έδωσαν το παρόν τότε στο προσκλητήριο της συνείδησής τους. Δε λειτούργησαν με σκοπούς ούτε απέβλεπαν σε κάτι. Γι αυτό έμειναν στο πάνθεο των ηρώων ακόμα κι αν δεν ξέρουμε όλα τα ονόματά τους. Ξέρουμε όμως τη θυσία τους, τον ηρωισμό τους.
Ανήκω σε μια γενιά που δεν έζησε την Κατοχή, την Αντίσταση, το Εμφύλιο. Που δεν έζησε τα μεγάλα ΟΧΙ στο Χιτλερικό Μινώταυρο που κατασπάραζε την Ευρώπη. Ανήκω δυστυχώς στη γενιά του ΝΑΙ σε όλα. Κάποιος με ρώτησε κάποτε γιατί αυτούς τους ανθρώπους, γιατί το κόλλημα σου μ' αυτή τη δεκαετία. Του είπα γιατί αυτοί οι άνθρωποι είχαν όνειρα, πάλευαν για το αδύνατο, είχαν ψυχή βαθιά, μάτια καθαρά, εννοούσαν ότι έλεγαν, δάκρυζαν, πόναγαν, έκλαιγαν. Αψηφούσαν το κρύο, τις σφαίρες, τη ζωή τους που παιζόταν κορώνα γράμματα, τα χαμένα νιάτα τους πάνω στα βουνά και τις πόλεις. Σήμερα τους βλέπεις παρόντες σε όλα τα προσκλητήρια με μια ακατανόητη για σένα δύναμη ψυχής και μια περηφάνεια στα μάτια τους. Γι αυτό αγαπάω αυτή τη γενιά.
Δε ζητάνε τίποτα παρά να τους ακούσεις, να σου πουν την ιστορία τους, να νιώσεις το δάκρυ τους, να σφίξεις το χέρι τους, να σου δώσουν με χαρά το καινούργιο βιβλίο που έγραψαν με μια αφιέρωση. Πολλοί απ αυτούς να σ ευχαριστήσουν που τους ακούς και τους θυμάσαι. Που δεν αρκείσαι σε μια επίσκεψη για μια τυπική γνωριμία και συνέντευξη αλλά δένεις σχέσεις ζωής μαζί τους. Γιατί αυτούς τους ανθρώπους... Ίσως γιατί κι εγώ δε γνώρισα παππού. Μεγάλωσα όμως μ'αυτές τις ιστορίες. Θυμάμαι μια ιστορία που είχα ακούσει όταν έπεσε το μέτωπο και ήρθαν οι πρώτοι τραυματίες η Σοφία Βέμπο πήγε σ ένα νοσοκομείο μαζί με μια ομάδα καλλιτεχνών να ψυχαγωγήσουν τους τραυματίες. Σ ένα θάλαμο ήταν ένας νεαρός ανθυπολοχαγός που είχε χάσει και τα δύο του μάτια. Έκλαιγε και εκείνη τον πλησίασε να του πει δυο λόγια παρηγοριάς. Κλαίω της είπε όχι για τα μάτια που έχασα αλλά γιατί δεν έχω ακόμα δυο μάτια να δώσω για την πατρίδα. Ίσως αυτή είναι και η απάντηση.
Αυτοί οι άνθρωποι είχαν μια μαγκιά που λίγοι άνθρωποι έχουν. Οι τωρινοί έχουν τη μαγιά αλλά όχι τη μαγκιά. Ένα μικρό κ κατέστρεψε μια ολόκληρη γενιά. Τότε οι άνθρωποι διώκονταν για ιδέες και ιδανικά. Αυτό ήταν το έγκλημά τους. Οι διώκτες είχαν τη νομοθεσία με το μέρος τους. Μετά το περίφημο Ιδιώνυμο που νομιμοποιούσε τις μαζικές εκτελέσεις και τους εκτοπισμούς ξεκίνησε η μεγάλη δίωξη της ιδεολογίας. Ο κίνδυνος της ιδεολογίας έπρεπε να εξοντωθεί νόμιμα. Έτσι το νομοθετικό οπλοστάσιο εμπλουτίστηκε επί Μεταξά με νόμους που θα δέσποζαν στην μετεμφυλιακή Ελλάδα. Το Γ Ψήφισμα της Δ Αναθεωρητικής Βουλής τιμωρούσε με την ποινή του θανάτου κάθε ενέργεια που επιδίωκε τη διάδοση ιδεών. Αυτά τα νομοθετήματα προέβλεπαν και την ίδρυση έκτακτων στρατοδικείων. Φυσικά οι αποφάσεις των δικαστηρίων δεν επιδέχονταν έφεση και ήταν άμεσα εφαρμόσιμες.
Οι πρώτες δίκες σύμφωνα με το νέο ψήφισμα άρχισαν αρχές Ιουλίου του 1946. Πλέον ένας στους τέσσερις που καταδικαζόταν οδηγούνταν στο θάνατο. Χωρίς καμία αναστολή οδηγούνταν στο απόσπασμα χιλιάδες μαχητές της ελευθερίας, αγωνιστές, πληρώνοντας έτσι το τίμημα για τις ιδέες και τα οράματά τους. Την ίδια στιγμή που οι κυβερνήσεις της εποχής έδειχναν τεράστια απροθυμία να στήσουν στον ίδιο τοίχο δωσιλόγους και φονιάδες. Τη δεκαετία του 50 βγαίνει ξανά απ το συρτάρι ο Α.Ν 375/36 περί κατασκοπείας δίνοντας το πράσινο φως σε μια σειρά από δικαστήρια σκοπιμότητας. Σ αυτό το νόμο βασίστηκαν για τις κατηγορίες και τις εκτέλεσεις πολλών αγωνιστών μεταξύ των οποίων του Ν. Μπελογιάννη και των 4 συντρόφων του αλλά σ αυτόν βασίστηκε και η καταδίκη σε θάνατο του Μ.Γλέζου και του Χ. Φλωράκη το 59-60. Απ το 1947-1952 κατασκευάστηκαν και πραγματοποιήθηκαν μια σειρά από δίκες όπου ανακριτές και βασανιστές ήταν τα ίδια πρόσωπα. Η πολιτική ζωή ποινικοποιήθηκε, η Αριστερά αποκλείστηκε. Ο συνασπισμός έξι πολιτικών σχηματισμών και ομάδων σοσιαλιστικής και αριστερής ιδεολογίας δημιούργησε την ΕΔΑ η οποία στις αρχές της δεκαετίας του ’60 αποτελούσε ένα πραγματικά μαζικό κόμμα, αριθμώντας στα τέλη του 1965 περίπου 92.000 μέλη. Η ΕΔΑ ουσιαστικά νομιμοποιεί τους αριστερούς που βρίσκονται στο εσωτερικό της χώρας, και επιπλέον νομιμοποιεί τις καινούργιες αριστερές μάζες– κυρίως από το χώρο της νεολαίας – που πολιτικοποιούνται στις κοινωνικές αντιθέσεις και τα κινήματα της δεκαετίας του ’60. Το 1951 όταν αρχίζει η πολιτική δραστηριότητα της ΕΔΑ υπάρχουν τoυλάχιστον 14.000 πολιτικοί κρατούμενοι και τουλάχιστον 2000 καταδικασμένοι σε θάνατο. Απ το 1946- 1950 πέρασαν από έκτακτα στρατοδικεία 49.000 άνθρωποι και εκτελέστηκαν πάνω από 3000.
Λένε γιατί στην Ελλάδα δε γιορτάζουμε τη λήξη του πολέμου και γιορτάζουμε μόνο την έναρξη. Η έναρξη ήταν δαφνοστεφανωμένη. Η λήξη ήταν η αρχή της τραγωδίας. Όταν όλες οι χώρες μάζευαν τα κομμάτια τους εμείς τότε αρχίζαμε το πιο ανελέητο κομμάτι του πολέμου. Οι φυλακές της χώρας ασφυκτιούν από πολιτικούς κρατούμενους ενώ το 1947 ανοίγει η Γυάρος, η Μακρόνησος, η Χίος, το Τρίκερι. Μεγάλο ποσοστό απ τους ανθρώπους της εποχής ήταν κατά έκφραση της εποχής "τυλιγμένοι σε μια κόλλα χαρτί". Τα διάφορα πιστοποιητικά κοινωνικών φρονημάτων τους ακολουθούσαν σε κάθε κίνηση της ζωής τους και όχι μόνο εκείνους αλλά και τις οικογένειές τους. Ακόμα και η υποψία ήταν αρκετή. Φυλακές, ξερονήσια, βασανιστήρια, μαζικές έρευνες σε "ύποπτα" σπίτια ήταν καθημερινή πρακτική. Η ταπείνωση των ηρώων ήταν να υπογράψουν την περίφημη δήλωση και αρκετοί το έκαναν χωρίς αυτό να μειώνει τη θυσία ή την προσφορά τους. Η ανθρώπινη αντοχή κάποιες φορές λυγίζει γι αυτό δεν έχουμε το δικαίωμα να κατακρίνουμε ανθρώπους που υπέγραψαν.
Θα σταθούμε όμως με δέος περηφάνεια και συγκίνηση σε τόπους σαν αυτόν εδώ. Τα δέντρα με τις σφαίρες καρφωμένες, τα ονόματα στις μαρμάρινες πλάκες, ο φορτισμένος συναισθηματικά χώρος και οι σκιές των ανθρώπων που εκτελέστηκαν εδώ, των ανθρώπων που εκτελέστηκαν στον τοίχο της Καισαριανής, στη μάντρα της Κοκκινιάς, στο Χαιδάρι άνθρωποι που ίσως δεν έχουμε καν δει όλα τα ονόματά τους έχουν γίνει σύμβολα ηρωισμού για τη θυσία τους. Πήγαιναν στο απόσπασμα με ψηλά το κεφάλι, πιστοί στις ιδέες και στα ιδανικά τους. Τα σημειώματα που έριχναν έδιναν κουράγιο σ' αυτούς που έμεναν πίσω αφού μαζί πέθαιναν και οι άνθρωποί τους. Οι άνθρωποι αυτοί στάθηκαν όρθιοι μπροστά στους φονιάδες τους. Δε με νοιάζει ποιος κράταγε το όπλο. Δε με νοιάζει αν ήταν Γερμανός ή Έλληνας. Για μένα ήταν φονιάς. Ο Ζέμπελ του Διστόμου, ο Λε Σουίρ των Καλαβρύτων, ο Σούμπερτ του Χορτιάτη και της Κρήτης δεν έχουν να ζηλέψουν σε τίποτα τους εδώ εκτελεστές. Ανέκαθεν είχα την απορία πως μπορείς να κρατήσεις ένα όπλο και με σταθερό χέρι να πυροβολήσεις τον άλλο κοιτώντας τον στα μάτια. Κάποιοι επικαλέστηκαν ότι ήταν σε εντεταλμένη υπηρεσία. Υπηρεσία...εκτελούσαν την υπηρεσία τους και γύριζαν στο σπίτι τους να αγκαλιάσουν τη γυναίκα τους και τα παιδιά τους "κουρασμένοι" απ τη δουλειά. Μετά την εκτέλεση φόρτωναν τους νεκρούς στα φορτηγά του δήμου και τους οδηγούσαν στο Γ. Νεκροταφείο βάζοντάς τους σε λάκους με αριθμούς πολλές φορές χωρίς καν ονόματα.
Υπάρχουν κάποιοι τόποι που κουβαλούν μέσα τους μεγάλο απόθεμα μνήμης, μεγάλες θυσίες, μεγάλο πόνο. Όταν το αδιανόητο προσβάλει την τιμή και την αξιοπρέπειά σου, την πατρίδα και τη σημαία σου ναι τη σημαία σου που αν σήμερα την τιμήσεις κινδυνεύεις να περάσεις για εθνικιστής αφού βλέπεις πως την καπηλεύονται διάφορα κοινωνικά μορφώματα, γι αυτή τη σημαία και γι αυτή την πατρίδα είσαι έτοιμος να μπεις μπροστά και να παλέψεις. Ξέρεις ότι το κόστος μπορεί να είναι η ίδια σου η ζωή όμως πας μπροστά. Μπορεί να χάσεις τη ζωή σου αλλά δε θα την έχεις ξεπουλήσει. Μια ολόκληρη γενιά που πρόσφερε. Σκιές που μας ακολουθούν, ονόματα μισοσβησμένα, άνθρωποι που έζησαν εκείνα τα πέτρινα χρόνια είναι η ζωντανή ιστορία, το ζωντανό παράδειγμα για μας και τους επόμενους.
Το χρέος μας εμάς είναι να ανάβουμε ένα κερί γι αυτούς τους ανθρώπους που έφυγαν τότε και ένα γι αυτούς που ζουν για να είναι πάντα καλά. Το κεφάλαιο Εθνική Αντίσταση καίει ακόμα γι αυτό και στα σχολεία και τα πανεπιστήμια δεν αγγίζεται εύκολα. Τα βιβλία της Νεοελληνικής λογοτεχνίας θα ήμασταν άδικοι αν λέγαμε ότι δεν έχουν ποίηση και λογοτεχνία της Αντίστασης ωστόσο μιλάμε για λίγες σελίδες στη Λογοτεχνία του Γυμνασίου κι αυτό στη διακριτική ευχέρεια του καθηγητή αν θα τα διδάξει ή όχι. Στο λύκειο που τα παιδιά είναι ωριμότερα τα πράγματα είναι χειρότερα. Οι σελίδες για την Κατοχή και την Αντίσταση είναι λιγότερες και απ τα έργα των λογοτεχνών επιλέγονται τα πιο ουδέτερα, τα πιο αχρωμάτιστα, τα πιο αποφορτισμένα με αποτέλεσμα οι αναφορές στον αγώνα του ελληνικού λαού να είναι γενικόλογες, έμμεσες και συχνά συμβολικές ενώ αντίθετα θα μπορούσαν να είχαν επιλεγεί σελίδες που θα μιλούσαν πιο άμεσα στην ψυχή των σημερινών εφήβων που αγνοούν πολλές και σημαντικές πτυχές από την ιστορία της εποχής εκείνης... Όσον αφορά το μάθημα της Ιστορίας στην Γ Γυμνασίου υπάρχουν λίγες σελίδες στο τέλος του βιβλίου για το Β.ΠΠ που αναρωτιέται κανείς αν οι διδάσκοντες προλαβαίνουν να «φτάσουν» σ' αυτό μέχρι το τέλος του χρόνου. Το βιβλίο της Γ Λυκείο έχει ένα μικρό κεφάλαιο Κατοχή Εθνική Αντίσταση Εμφύλιο. Eδώ πρέπει να επισημάνουμε ότι ο τρόπος διδασκαλίας της ιστορίας σε κάθε ιστορική περίοδο και οι αλλαγές των σχολικών βιβλίων έχει απόλυτα να κάνει με τις πολιτικές των εκάστοτε κυβερνήσεων και την πολιτική γραμμή που θέλουν να ακολουθήσουν.
Στο μοναδικό πανεπιστήμιο που έγινε επίσημο μάθημα Εθνικής Αντίστασης ξεχωριστό και όχι μέσα στα πλαίσια ενός γενικότερου μαθήματος Νεώτερης Ιστορίας ήταν το τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών τo 2009. Έπρεπε στην Ελλάδα να έρθει ένας Γερμανός καθηγητής Ιστορίας, ο Γερμανοέλληνας όπως τον αποκάλεσε ο Βάρναλης, πλέον πιο Έλληνας απ τους Έλληνες όπως συνηθίζω να του λέω, ο Χάγκεν Φλάισερ τον οποίο είχα την τιμή και την τύχη να έχω καθηγητή για να διδάξει την Εθνική Αντίσταση όπως της άξιζε. Ήταν ο πρώτος που τόλμησε να διδάξει σε ελληνικό πανεπιστήμιο το θέμα ταμπού Κατοχή, Εθνική Αντίσταση, Εμφύλιος. Είναι εκείνος που έβαλε στο τρυπάκι των πολέμων της μνήμης μια ολόκληρη φουρνιά φοιτητών. Κι αυτό θα πρέπει να είναι μόνο η αρχή.
Ο πόλεμος της μνήμης είναι ο πόλεμος που πρέπει να κερδίσουμε με κάθε τρόπο. Αν τον χάσουμε θα έχουμε υποστεί τη μεγαλύτερη ήττα της ζωής μας.
Σας ευχαριστώ
Κατερίνα Μπαλκούρα
δημοσιογράφος, πτυχιούχος Ιστορίας και Αρχαιολογίας της Φιλοσοφικής Σχολής
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου